Μνημόσυνο υπέρ Τυροβολά Βασίλη του Παν/τη
23 Ιουλίου, 2010“H Παναγιά των Βερβένων * 1926”
25 Ιουλίου, 2010Η κασέλα του παπα-Φιλάρετου
Πάνε κιόλας καμιά τριανταριά χρόνια από τότε, που αναζητώντας κειμήλια στη Βέρβενα, ένας βαφτισιμιός του πατέρα μου, μου έδειξε στο κατώι του μια παλιά κασέλα. Σκονισμένη κι αραχνιασμένη, φιλοξενούσε μια νταμιτζάνα ξίδι και κάποια μικροπράγματα. Η παλαιότητά της μου κίνησε το ενδιαφέρον. Τη βγάλαμε αμέσως στην αυλή, την αδειάσαμε και την καθαρίσαμε.
Ένας ξυλόγλυπτος δικέφαλος αετός με ανοιχτές φτερούγες στόλιζε το μέσον της μπροστινής επιφάνειας, πλαισιωμένος από δύο ζευγάρια κυπαρισσάκια. Αυτά ήταν τα κύρια διακοσμητικά θέματα της κατάφορτης από σκαλίσματα κασέλας.
( Η κασέλα του Παπά-Φιλάρετου)
Είχα μπροστά μου το σημαντικότερο έπιπλο του χωριού.Ενθουσιασμένος με το «εύρημά» μου, περιεργάστηκα τις λεπτομέρειές της, μέτρησα και σημείωσα τις διαστάσεις της και τη φωτογράφισα, κατακλύζοντας τον κάτοχό της με ερωτήσεις, θέλοντας να μάθω πώς το ωραίο αυτό έπιπλο έφθασε στο κατώι του. Με πληροφόρησε ότι επρόκειτο για μέρος της προίκας μιας κόρης του παπα-Φιλάρετου, που είχε παντρευτεί σε αυτό το σπίτι, στο οποίο ο ίδιος ήταν σώγαμπρος. Αυτό ταίριαζε με την αρχική χρονολόγηση στην οποία η μορφή της με είχε οδηγήσει, στην εποχή του Όθωνα. Φαίνεται ότι η κασέλα αυτή ανήκε στην προίκα της συζύγου του παπα-Φιλάρετου, που παντρεύτηκε το 1846.
Μίλησα στον κάτοχό της για τη σημασία της με σκοπό να του τη ζητήσω, αλλά στο τέλος ντράπηκα και δίστασα. Μπορεί να το έπαιρνε για προσβολή αν έβγαζα λεφτά να την πληρώσω, κι άλλωστε είχα δικαίωμα ένα κειμήλιο αυτού του σπιτιού να το απομακρύνω από τον χώρο του, έστω και για να το φυλάξω;
Οι φωτογραφίες εντάχτηκαν στο αρχείο μου, κι όταν αργότερα ο φίλος και συνάδελφος Άρης Τσαραβόπουλος με πληροφόρησε ότι μελετά κασέλες απ’ όλη την Ελλάδα, με χαρά και με καμάρι του παραχώρησα τις φωτογραφίες της θαυμάσιας κασέλας που υπήρχε στο χωριό μου, για να συμπεριληφθούν στη μελέτη του, σίγουρος ότι θα βρίσκονταν στα καλύτερα χέρια και ότι θα αξιοποιηθούν με πολύ καλύτερο τρόπο απ’ ότι εγώ θα μπορούσα να τις αξιοποιήσω.
Ο Άρης προχωρούσε τη μελέτη του και όργωνε μαζεύοντας υλικό απ’ όλη την Ελλάδα. Στην έρευνά του ενέταξε και επισκέψεις σε καταστήματα που πουλούσαν αντίκες, στα οποία κατέληγαν αξιόλογες κασέλες. Σ’ ένα τέτοιο κατάστημα, στην Κηφισιά, βρέθηκε έκπληκτος μπροστά στην κασέλα του παπα-Φιλάρετου! Ρώτησε τον καταστηματάρχη για την προέλευσή της και εκείνος τον βεβαίωσε ότι προέρχεται από τη Βοιωτία! Ο Άρης το αμφισβήτησε και του είπε ότι είναι από την Αρκαδία, αλλά ο ιδιοκτήτης αμετάπειστος επέμενε ότι την είχε αγοράσει από κάποιον που του δήλωσε ως τόπο προελεύσεως τη Βοιωτία και δεν θα είχε λόγο να πει ψέματα. Ανοίγοντας ο Άρης το ντοσιέ που είχε μαζί του με όλες τις φωτογραφίες των κασελών που είχε εντοπίσει, του παρουσίασε τις φωτογραφίες που εκείνο το καλοκαιρινό πρωινό είχα τραβήξει στη Βέρβενα, αφήνοντάς τον άναυδο.
Ποιος ξέρει πόσα χέρια είχε αλλάξει η ωραία κασέλα, από τον γυρολόγο στον οποίο αρχικά την πούλησε ο βαφτισιμιός του πατέρα μου, μέχρι τον άνθρωπο που την πούλησε στο πανάκριβο κατάστημα της Κηφισιάς και πόσους δρόμους είχε κάνει ώστε να ξεχαστεί και η καταγωγή της. Και ποιός ξέρει πόσοι μεσάζοντες τα οικονόμησαν αγοράζοντας και μεταπωλώντας την κασέλα, που ο βαφτισιμιός του πατέρα μου προφανώς πούλησε μόνο για κλάσμα της τελικής αξίας της.
Με τη βεβαιότητα ότι η ανάκτηση της κασέλας με ενδιαφέρει, ο Άρης έσπευσε να μάθει την τιμή της. Όμως το μάτι του εμπόρου είχε ξεχωρίσει ότι επρόκειτο για ένα τόσο ξεχωριστό αντικείμενο, ώστε είχε αποφασίσει να μην την πουλήσει, αλλά να την κρατήσει ως μόνιμο έκθεμα του καταστήματος, το οποίο προφανώς θα προσήλκυε πελατεία.
Κάπως έτσι, η ελληνική ύπαιθρος στερήθηκε τον λαϊκό πλούτο της, με τις εκκαθαρίσεις των κατωγιών. Τα αντικείμενα αυτά, που δεν ήταν πλέον χρηστικά, θεωρούνταν ότι ήταν άχρηστα και έπιαναν τον τόπο. Οι γυρολόγοι τα έπαιρναν είτε έναντι ευτελών χρηματικών ποσών είτε ανταλλάσσοντάς τα με άλλα είδη. Έτσι, μια σαρακοφαγωμένη, αλλά βυζαντινή εικόνα που υπήρχε στη Βέρβενα, ανταλλάχτηκε με μια μεγάλη πλαστική λεκάνη! Το ωραιότερο σαμάρι από τα εκατοντάδες του χωριού, πουλήθηκε σ’ ένα γύφτο μαζί με το μουλάρι και χάθηκε. Ένα ίδιο αποτελεί σήμερα έκθεμα της λαογραφικής συλλογής της βιβλιοθήκης της Δημητσάνας και με δεδομένη την πορεία της κασέλας, καθόλου δεν θα εκπλαγώ αν κάποτε αναζητήσω την προέλευση του εκθέματος της Δημητσάνας και με τη βοήθεια των φωτογραφιών, που ευτυχώς πρόλαβα να τραβήξω, διαπιστώσω ότι το αντικείμενο που περήφανα εκθέτουν οι Δημητσανίτες, το πούλησε κάποιος Βερβενιώτης μαζί με το μουλάρι του.
Δεν μέμφομαι με τα παραπάνω τον κόσμο, που θέλοντας να ξεκαθαρίσει το νοικοκυριό του από πράγματα που πια δεν ήταν χρήσιμα τα έδωσε με την πρώτη ευκαιρία, κερδίζοντας και λίγα χρήματα ή τα έκαψε στο φούρνο ή απλώς τα πέταξε. Τέτοιες εκκαθαρίσεις θα έχει ο καθένας να διηγηθεί για όλα ανεξαιρέτως τα σπίτια του χωριού, που το καθένα είχε τους δικούς του θησαυρούς και το δικό μου σπίτι δεν αποτελεί εξαίρεση. Με φρίκη θυμάμαι ότι μάνα μου, μετά από μια τέτοια επιχείρηση εκκαθάρισης, έκαψε στο φούρνο όχι μόνο τη σειρά από τα δεκάδες ξύλινα καλαπόδια κάθε μεγέθους και σχήματος που χρονολογούνταν στα 1900 και διατηρούσε ο πατέρας μου ως κατάλοιπα της μεσοπολεμικής επικερδούς καριέρας του ως τσαγκάρη, αλλά και το πλήρες αρχείο που είχε δημιουργήσει με τα πατρόν των ποδιών όλου του χωριού. Επρόκειτο για έναν μεγάλο χαρτονένιο φάκελο, μέσα στον οποίο φυλάσσονταν τα μέτρα των ποδιών των Βερβενιωτών, με ιχνογράφημα του πέλματος και άλλες μετρήσεις. Σε κάθε χαρτονένια σελίδα συναντούσες πατούσες και ονόματα, όπως πρόεδρος Σουραπάς, παπα-Κανάκης ή δάσκαλος Α. Κορομπόκης. Όλα παραδόθηκαν στο φούρνο και αποτεφρώθηκαν!
Ο κόσμος σπανίως έχει έστω και μια χοντρική εικόνα της αξίας που μπορεί να έχουν αυτά τα «παλιο-πράματα» και δεν αναφέρομαι μόνο στη χρηματική αξία, που είναι και η λιγότερη. Η αξία αυτών των αντικειμένων είναι ότι αποτελούν ένα κεφάλαιο του πολιτιστικού πλούτου του τόπου μας και μας συνδέουν με εποχές, πρόσωπα, γεγονότα και τρόπο ζωής που χάθηκε για πάντα και μόνο μέσω αυτών των καταλοίπων μπορούμε να τα θυμόμαστε και να τα επαναπροσεγγίζουμε. Ας μην συνεχίσουμε αυτή την καταστροφή κι ας περισώσουμε ό,τι έχει απομείνει.
Η Κοινότητα φαντάζομαι ότι μπορεί να συγκεντρώνει και να φυλάσσει κάπου τα αντικείμενα που χωριανοί μας δεν μπορούν ή δεν θέλουν να κρατήσουν στα σπίτια τους, έτσι ώστε και να σωθούν και να γίνουν κτήμα όλων.
( Σημείωση από Βέρβενα.Νετ: τα Βέρβενα.Νετ κάνουν μία προσπάθεια συλλογής υλικού λαογραφικού σε ψηφιακή μορφή ώστε να παρουσιαστούν τουλάχιστον στον εικονικό κόσμο του διαδικτύου, γι αυτό και κάθε συμβολή και συνεργασία με φορείς και ιδιώτες προς αυτήν την κατεύθυνση θα είναι πολύτιμη.)
Παναγιώτης Β. Φάκλαρης
Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο