Ο ΚΛΕΦΤΗΣ ΤΩΝ ΠΟΔΗΛΑΤΩΝ
Του Γιώργου Καπράνου
................Άνοιξη του 1962 . Διακοπές του Πάσχα. Ξημέρωνε Μεγάλη Παρασκευή. Η καμπάνα του Προδρόμου στη Μελιγού
χτυπούσε πένθιμα. Το μικρό ραδιόφωνο, δώρο του θείου Τζίμη από την Αμερική στην αδελφή του, τη μάνα μου δηλαδή, μας πλημμύριζε κι εκείνο με πένθιμη μουσική , ανιαρή.
«Αυτή είναι μουσική του ύπνου» ,έλεγε ο πατέρας μου, αλλά καθώς πέρασαν τα χρόνια έμαθα πως την έλεγαν «κλασική».
Εκείνα τα χρόνια συνήθιζαν στα χωριά μας- κι ευτυχώς το έθιμο κρατά μέχρι σήμερα -το πρωινό της Μεγάλης Παρασκευής, να περνούν από κάθε σπίτι τα μικρά παιδιά του σχολείου, σε μικρές και μεγάλες συντροφιές, αγόρια και κορίτσια και να μαζεύουν λουλούδια από τους κήπους και αγριολούλουδα από τους αγρούς. Γέμιζαν τα ψάθινα πανέρια για να στολίσουν οι μεγάλες γυναίκες με τη σειρά τους ,με μοναδική τέχνη τον Επιτάφιο. Εκείνη την ημέρα ,ακολούθησα κι εγώ την συντροφιά της αδερφής μου, μια παρέα πέντε –έξι παιδιών, τα περισσότερα πιο μεγάλα από μένα. Ήταν η πρώτη μου φορά που συμμετείχα στην εξόρμηση για την συγκέντρωση των λουλουδιών και μου άρεσε πάρα πολύ. Οι γυναίκες άνοιγαν τις αυλόπορτες με χαρά, έκοβαν ό,τι καλύτερο είχε ο κήπος τους και το έριχναν στο πανέρι κάνοντας το σταυρό τους.
Φτάσαμε στο σπίτι της κυρα-Νικολέτας του Μαντά. Όταν μπήκαμε στην αυλή το μάτι μου έπεσε σ΄ ένα...... (...η συνέχεια στο .pdf αρχείο)
«Πριν πολλά πολλά χρόνια ,γιέ μου, η οικογένεια του γερο-Χαλκούτσου* μαζεύτηκε γύρω από το τραπέζι, να γιορτάσει το τέλος του θερισμού, τρώγοντας το αγαπημένο τους γλυκό, το χαλβά. Ενώ είχαν τελειώσει και γελούσαν με διάφορες ιστορίες, λέει ο πατέρας:
-Να φύγουν τα μικρά παιδιά και να μείνει η μάνα σας με τη μεγάλη μας κόρη .Θέλω να κουβεντιάσουμε κάτι πολύ σοβαρό.
Η μεγάλη τους κόρη, ήταν από εκείνα τα κορίτσια......(η συνέχεια σε .pdf )